- Γκαβαρνί, Πολ
- (Paul Gavarni, Παρίσι 1804 – 1866). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Γάλλου σχεδιαστή και λιθογράφου Γκιγιόμ Σιλπίς Σεβαλιέ (Chevalier), που το χρησιμοποίησε για πρώτη φορά σε ορισμένα σχέδια της σειράς Ενδυμασίες των Πυρηναίων (1827-28), προϊόν ενός ταξιδιού του στην περιοχή αυτή. Με το ειρωνικό και κάποτε πικρό ύφος του, ο Γ. δημιούργησε πολλά σχεδιάσματα (περ. 8.000) τα οποία είχε εμπνευστεί από τη ζωή της Δεύτερης Αυτοκρατορίας. Η πρώτη συλλογή έργων του με τις σειρές Φυσιογνωμίες του παρισινού λαού και Μεταμφιέσεις παρουσιάστηκε το 1832. Στο περιοδικό Charivari δημοσίευσε τις σειρές Πονηρίες των γυναικών στον συναισθηματικό τομέα (64 λιθογραφίες, 1837), Γραμματοκιβώτιο (34 λιθογραφίες), Ελαφρές γυναίκες (79 λιθογραφίες, 1841) και Σπουδαστές στο Παρίσι (60 λιθογραφίες, 1846). Από το 1847 έως το 1851 εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο, αλλά απέκρουσε τις κολακευτικές προσκλήσεις της αριστοκρατίας και προτίμησε να περιγράψει τον κόσμο του δρόμου και των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων. Με την πάροδο του χρόνου τα σχέδιά του έγιναν πιο δηκτικά και σκληρά. Το 1852 συνεργάστηκε με τη νεοσύστατη εφημερίδα Paris και δημοσίευσε τη σειρά Προσωπεία και πρόσωπα στην οποία συμπεριλαμβάνονταν και Οι γερασμένες ελαφρές γυναίκες, Οι Άγγλοι στο σπίτι τους και Οι ανάπηροι του συναισθήματος. Το 1860 ο Γ. εγκατέλειψε σχεδόν οριστικά τη γραφική δραστηριότητά του και ξαναγύρισε στις σπουδές των μαθηματικών και της μηχανικής, που είχε ξεκινήσει στα νεανικά του χρόνια.
Λιθογραφία του Πολ Γκαβαρνί, εμπνευσμένη από τον κόσμο του θεάτρου. Ο καλλιτέχνης δίνει με τα έργα του μία ειρωνική εικόνα της ζωής.
Dictionary of Greek. 2013.